Στον Ιορδάνη ποταμό όλοι μέσα να μπούμε».
Ζ. Ζητά ο ίδιος ο Χριστός τον Άγιο Ιωάννη,
να βαπτισθούμε και οι δυό μέσα στον Ιορδάνη.
Η. Ήτο λαός αρίθμητος να βαπτισθούν προσμέναν
μα ήτανε πάρα-πολλοί και δεν τους επροφταίναν.
Θ. Θωρούντα εφοβήθηκε κι’ ο Άγιος Ιωάννης,
πως είδε κι’ όταν έστρεψε πίσω ο Ιορδάνης.
Ι. Ίνα άνοιξαν τα ουράνια κατέβη τ’ Άγιο Πνεύμα
στον Ιορδάνη ποταμό ως είδος περιστέρα.
Κ. Και στου Χριστού την κεφαλή πηγαίνει και καθίζει,
σ’ αυτόν τον αναμάρτητο π’ όλο τον κόσμο ορίζει.
Λ. Λαβών το θάρρος άπ’ εμέ κι έλα και βάπτισέ με
την χείρα μου στην κεφαλή έλα και πόρευσέ με.
Μ. Με θάρρος κι’ αναστεναγμό αρχίζει να βαπτίζη,
Ο Ιωάννης τον Χριστο π’ όλο τον κόσμο ορίζει.
Ν. Νικήθηκε ο Διάβολος με τούτα τα σημεία,
Κι’ έχασε τον Ύψιστο, Χριστού την παρουσία.
Ξ. Ξέσπασε όλος ο λαός και ο Άγοις Ιωάννης,
πως όταν εσυρέγετο πίσω ο Ιορδάνης.
Ο. Όλος ο κόσμος έλαμψε και όλοι απορούσαν,
την παρουσία του Χριστού πέσαν και προσκυνούσαν.
Π. Πιστέψανε στον Κύριο μετά να βαπτισθούνε,
πως είναι αληθινός Θεός κι’ όλοι τον προσκυνούνε.
Ρ. Ρώτησεν ο Πανάγαθος Υπερδεδοξασμένος,
ποιός νάναι από τους δυό πιο καλοβαπτισμένος;
Σ. Συ, ώ Πανάγαθε Θεέ,τι ερωτάς εμένα;
αφού εγώ βαπτίσθηκα άπ’ τα δικά σου χέρια?
Τ. Τα λόγια σου είναι χρυσά, σ’ ό,τι κι’ αν σε ρωτήση,
Χρυσόστομο είς το εξής θα σε ονοματίση.
Υ. Ύστερα που εβάπτιζε και όλοι απορούσαν,
την παρουσίαν του Χριστού πέφταν και προσκυνούσαν.
Φ. Φωνή μεγάλη ακούσθηκε μέσα στον Ιορδάνη,
που ο Χριστός βαπτίζεται από τον Ιωάννη.
Χ. Χίλιες χιλιάδες εκατό στέκανε ένα γύρο,
κι’ όλοι εβαπτίσθηκαν με τούτο το σημείο.
Ψ. Ψυχές εκαθαρίσθηκαν από την αμαρτία,
σ’ όλο τον κόσμο έλαμψε Χριστού η παρουσία.
Ω. Ως άπαντες π’ ακούσατε τούτο τ’ αλφαβητάρη,
βοήθεια να έχετε, με του Χριστού τη χάρη.
Κάλαντα Φώτων:
Σήμερα είναι του φωτος π’ αγιάζεται ου κόσμος
κι’οι παπάδες περπατούν με το Σταυρό στο χέρι.
Και μεσ’τα σπίτια μπαίνουνε και λεν’τον Ιορδάνη
βοήθεια να τον έχουμε τον Μέγα Ιουάνη.
Αυτή δεν είναι γιορτή σαν τις απερασμένες
παρ’ είναι μεγάλη και φρικτή και δοξολογισμένη.
Γιατί είν’τα Θεοφάνεια ανθρώπων σωτηρία,
που καταδέχ’κε ου Χριστός χωρίς να έχη χρεία.
Στη Γαλιλαία ήτανε κι’ ήρθε στον Ιορδάνη,
δια να λάβει βάπτισμα από τον Ιωάννη,
Εγώμαι ου δούλος Σου Χριστέ και πώς να Σε βαπτίσω;
την Αχραντόν Σου κορυφήν πώς ημπορώ να αγγίσω;
Τα χέρια μου να μην καούν και σαν κερί να λειώσουν.
Εσήκωσεν ου Πρόδρομος του δεξιό του χέρι,
θαύμα μεγάλο έγινε σ’όλοι την οικουμένη.
Κι’οι θάλλασες κι’οι ποταμοί χορεύαν την χαρά τους
κι’πάλιν άπ’του φόβου τους εστράφησαν και φεύγουν.
Κι’ ου ουρανός εσκίστηκε κι’ εβγήκε περιστέρα,
τ’ Άγιο Πνεύμα ήτανε κι’ ήρθε να μαρτυρήση,
πως ο Χριστός βαπτίζεται σ’ανατολή και Δύση.
Κι’ αν είναι με το θέλημα χρυσή μου περιστέρα,
ανοίξετε την πόρτα Σας να πούμε καλησπέρα.