Σάββατο 23 Δεκεμβρίου 2017

Τα κάλαντα της Τήνου...!

Τα κάλαντα είναι µια κατηγορία δημοτικών τραγουδιών που ψάλλονται σε όλη την Ελλάδα την παραμονή των Χριστουγέννων, Πρωτοχρονιάς, Θεοφανίων, Βαΐων, για να υμνήσουν το Θεό, Χριστό, Μ. Βασίλειο, Άγ. Ιωάννη Βαπτιστή.

Στην Τήνο παλιότερα εξέφραζαν, κυρίως, το θρησκευτικό συναίσθημα. Τα έψαλλαν το βράδυ της παραμονής οι ηλικιωμένοι του χωριού σε όλα τα σπίτια ξεκινώντας από του παπά. 

Με τα χρόνια, όσο οι παλιοί καλαντιστάδες έφευγαν από τη ζωή, τα έλεγαν οι νέοι όχι µόνο του χωριού αλλά και από τα γύρω χωριά κρατώντας πολλές φορές τύμπανα, τα οποία σήμερα αντικαταστάθηκαν από τα τρίγωνα. 

Τηνιακά κάλαντα της Πρωτοχρονιάς:


«- Εις αυτό το νέο έτος Βασιλείου εορτή
ήρθα να σας χαιρετίσω µε την πρέπουσα ευχή.
- Κι ο Βασίλειος ο Μέγας Καισαρείας θαυμαστός
να’ ναι µες στ’ αρχοντικό σας σύντροφος και βοηθός.
- Και για τους ξενιτεμένους έχω να ειπώ πολλά
όπου είναι και βρισκόνται να ’χουν την καλή καρδιά.
- Κι άλλα έτερα σας πρέπουν να ειπώ δεν ημπορώ
σας αφήνω καληνύχτα κι αύριο µε το καλό.»


Κάλαντα Άγιου Βασιλείου:
Άγιος Βασίλης έρχεται, μα δεν μας ε χαιρέτισε,
από την Καισαρεία  συ σ’ αρχόντισσα κυρία.

Κάτσε να φας κάτσε να πιεις, κάτσε τον πόνο σου να πεις
κάτσε να τραγουδήσεις και να μας καλοκαρδίσεις.
Μα ‘γω γράμματα μάθαινα και στο σχολειό μου πήγαινα,
τραγούδια δεν ηξεύρω, ν'άρθω τζόγια μου να σ’ εύρω.
Αν είσαι και γραμματικός, άγιος και πνευματικός
πες’ μας την άλφα-βήτα νάχης το Θεό βοήθεια.
Χλωρό ραβδί, ξερό φλασκί, άσπρο σταφύλι ροζακί
χλωρά  βλαστάρια πέφτουν, ρόιδο κόκκινη βιολέτα.
Απάνω στα βλαστάρια της και τα περικλωνάρια της
πέρδικες κελαηδούσαν, τζόγια μου και σε ξυπνούσαν.
Δεν ήταν μόνο πέρδικες γαριφαλιές  λεβέντικες,
μα ήταν και τριγωνάκια, μαύρα μου γλυκά ματάκια.
Μα κατεβαίναν πέρδικες γαριφαλιές λεβέντικες,
μα πίναν και ανεβαίναν και ροϊδόσταμο μας ραίναν.
Μας ραίναν τον αφέντην μας τον Ρήγα τον λεβέντη μας,
τον πολυχρονεμένο πούν στον κόσμο ξακουσμένος.
Βαστά λιβάνι και κερί, ζαχαροκάντιο ζυμωτή,
χαρτί και καλαμάρι δες κι εμέ το παλικάρι.
Το καλαμάρι έγραφε βενέτικες μου κάτσιφες

και το χαρτί είν η άσπρη είσαι σαν το χιόνι.
Από τη μαύρη κότα σας κανένα αυγουλάκι,
κι’από τον χοίρο τον παχύ κανένα κομματάκι.

Κάλαντα Αγίου Βασιλείου Τριποτάμου Τήνου:

¨Αγιος Βασίλης έρχεται και δεν μας καταδέχεται
κι από της μάνας έρχεται και στο σχολειό πηγαίνει.
Κάτσε να φας κάτσε να πιείς κάτσε τα πάθη σου να πείς,
κάτσε να τραγουδήσεις και να μας καλοκαρδίσεις.
Εγώ γράμματα μάθαινα να σας ειπώ το πάθαινα
τραγούδια δεν ηξεύρω νάρθω τζόγια μου να σ’ εύρω,
¨Αν είσαι και γραμματικός  Άγιος και Πνευματικός
πες μας την Αλφαβήτα νάχης το Θεό βοήθεια.
Και το ραβδί ακούμπησε να πει την Αλφαβήτα
μα το ραβδί ήταν ξερό χλώρα βλαστάρια ανθούσε
και επάνω στα βλαστάρια του χόρευε με την μάνα του.
Πέρδικες κελαίδούσαν και γλυκά τον εξυπνούσαν,
πέρδικες πετροπέρδικες γαρυφαλιές λεβέντικες,
ήταν κι ο Άγιος Βασίλης ο λεβέντης ο ασίλης.
Εσένα αφέντη σου ‘πρεπε καριόλα να κοιμάσαι
βελούδα να σκεπάζεσαι να μην κρυολογάσαι.
Κι ακόμα σου επρέπανε φλουριά να κοσκινίσεις
και τα αποκοσκινίδια τους εμάς να μας τα δίνεις.
Πολλά ‘παμε τα’αφέντη μας και της κυράς μας.
Κυρά λιγνή, κυρά ψιλή, κυρά γαϊτανοφρουσα
οταν σε γένναν η μάνα σου όλα τα δέντρα ανθούσαν.
Τα δέντρα ανθούσαν ζάχαρη και τα βουνά πιπέρι
και του κοράκου το πτερό βάζεις καϊμακοφρείδι.
Πολλά παμε και της κυράς ας πούμε και της κόρης
έχεις και κόρη έμορφη διαβάζει ιστορία          
ούτε στον κόσμο βρίσκεται ούτε στη Βενετία.
 Πολλά ‘παμε της κόρης σας άς πούμε και του γιού σας.
Έχεις και γιο στα γράμματα διαβάζει το ψαλτήρι
να τον ‘ξιώσει ο Θεός να βάλει πετραχείλι.
Πολλά ‘παμε του γιούκα σας κι ώρα περιδιαβένει
κι είναι πολλή παρέα μας και θέλει να πηγαίνει.
Καληνύχτα και του χρόνου.

Κάλαντα Βουρνιώτισσας:

Νέος χρόνος ανατέλλει η περιτομη Χριστού,

και η μνήμη του Αγίου Βασιλείου του σεπτού.
Άγιε Βασίλειε, δόξα των Ιεραρχών,
Φύλαξέ μας την Ελλάδα άπ’ το πλήθος των εχθρών.
Μεγαλόχαρη της Τήνου και μητέρα των πιστών,
δώσε ομόνοια και Αγάπη στον Ελληνικό λαό.
Η Βουρνιώτισσά μας είναι των Αγγέλων η κυρά ,
Και χαρίζει στους πιστούς της την ειρήνη και χαρά.
Η Βουρνιώτισσά μας δίνει στους αρρώστους την υγειά.
εις τους γέρους τη γαλήνη, πρόοδο εις τα παιδιά.
Από το υστέρημά σας δώσετε ευλαβικά,
Για την πάνσεπτο εκκλησία πουν’ εκεί στην ερημιά.
Όσοι λείπουνε στα ξένα, στα στα καράβια, στο στρατό,
Της Βουρνιώτησσας η χάρη να τους φέρει με το καλό.
Ο Σύλλογος της Βουρνιωτίσσης εύχεται χρόνια πολλά,
και ευχαριστεί τους πάντες για την κάθε προσφορά.

Κάλαντα Θεοφανείων:

Α.  Άρχισε η γλώσσα, άρχισε τούτο τ’ αλφαβητάρι,

χωρίς να έχη μάθησι, με του Χριστού τη χάρι.
Β.  Βουλή σου ήταν Κύριε να βαπτισθής Χριστέ μου,
στον Ιορδάνη ποταμό να έμπης Πλαστουργέ μου.
Γ.  Γεννήθηκες ως άνθρωπος, στον κόσμο φανερωθής
κι’ άπ’ την αιώνια κόλαση να μας ελευθερώσης.
Ζ.  Διάβολος πατήθηκε κι’ έχει μεγάλη ζάλη,
πως ο Χριστός βαπτίστηκε μέσα στον Ιορδάνη.
Ε.  Εφώναξαν και επρόσταξαν όλοι «θα βαπτιστούμε
Στον Ιορδάνη ποταμό όλοι μέσα να μπούμε».
Ζ.  Ζητά ο ίδιος ο Χριστός τον Άγιο Ιωάννη,
να βαπτισθούμε και οι δυό μέσα στον Ιορδάνη.
Η. Ήτο λαός αρίθμητος να βαπτισθούν προσμέναν
μα ήτανε πάρα-πολλοί και δεν τους επροφταίναν.
Θ. Θωρούντα εφοβήθηκε κι’ ο Άγιος Ιωάννης,
πως είδε κι’ όταν έστρεψε πίσω ο Ιορδάνης.
Ι.   Ίνα άνοιξαν τα ουράνια κατέβη τ’ Άγιο Πνεύμα
στον Ιορδάνη ποταμό ως είδος περιστέρα.
Κ. Και στου Χριστού την κεφαλή πηγαίνει και καθίζει,
σ’ αυτόν τον αναμάρτητο π’ όλο τον κόσμο ορίζει.
Λ. Λαβών το θάρρος άπ’ εμέ κι έλα και βάπτισέ με
την χείρα μου στην κεφαλή έλα και πόρευσέ με.
Μ. Με θάρρος κι’ αναστεναγμό αρχίζει να βαπτίζη,
Ο Ιωάννης τον Χριστο π’ όλο τον κόσμο ορίζει.
Ν. Νικήθηκε ο Διάβολος με τούτα τα σημεία,
Κι’ έχασε τον Ύψιστο, Χριστού την παρουσία.
Ξ.  Ξέσπασε όλος ο λαός και ο Άγοις Ιωάννης,
πως όταν εσυρέγετο πίσω ο Ιορδάνης.
Ο.  Όλος ο κόσμος έλαμψε και όλοι απορούσαν,
την παρουσία του Χριστού πέσαν και προσκυνούσαν.
Π. Πιστέψανε στον Κύριο μετά να βαπτισθούνε,
πως είναι αληθινός Θεός κι’ όλοι τον προσκυνούνε.
Ρ.  Ρώτησεν ο Πανάγαθος Υπερδεδοξασμένος,
ποιός νάναι από τους δυό πιο καλοβαπτισμένος;
Σ.  Συ, ώ Πανάγαθε Θεέ,τι ερωτάς εμένα;
αφού εγώ βαπτίσθηκα άπ’ τα δικά σου χέρια?
Τ. Τα λόγια σου είναι χρυσά, σ’ ό,τι κι’ αν σε ρωτήση,
Χρυσόστομο είς το εξής θα σε ονοματίση.
Υ. Ύστερα που εβάπτιζε και όλοι απορούσαν,
την παρουσίαν του Χριστού πέφταν και προσκυνούσαν.
Φ. Φωνή μεγάλη ακούσθηκε μέσα στον Ιορδάνη,
που ο Χριστός βαπτίζεται από τον Ιωάννη.
Χ. Χίλιες χιλιάδες εκατό στέκανε ένα γύρο,
κι’ όλοι εβαπτίσθηκαν με τούτο το σημείο.
Ψ. Ψυχές εκαθαρίσθηκαν από την αμαρτία,
σ’ όλο τον κόσμο έλαμψε Χριστού η παρουσία.
Ω. Ως άπαντες π’ ακούσατε τούτο τ’ αλφαβητάρη,
βοήθεια να έχετε, με του Χριστού τη χάρη.

Κάλαντα Φώτων:

Σήμερα είναι του φωτος π’ αγιάζεται ου κόσμος
κι’οι παπάδες περπατούν με το Σταυρό στο χέρι.
Και μεσ’τα σπίτια μπαίνουνε και λεν’τον Ιορδάνη
βοήθεια να τον έχουμε τον Μέγα Ιουάνη.
Αυτή δεν είναι γιορτή σαν τις απερασμένες
παρ’ είναι μεγάλη και φρικτή και δοξολογισμένη.
Γιατί είν’τα Θεοφάνεια ανθρώπων σωτηρία,
που καταδέχ’κε ου Χριστός χωρίς να έχη χρεία.
Στη Γαλιλαία ήτανε κι’ ήρθε στον Ιορδάνη,
 δια να λάβει βάπτισμα από τον Ιωάννη,     

    Εγώμαι ου δούλος  Σου Χριστέ και πώς να Σε  βαπτίσω;
την Αχραντόν Σου κορυφήν πώς ημπορώ να αγγίσω;
Τα χέρια μου να μην καούν και σαν κερί να λειώσουν.
Εσήκωσεν ου Πρόδρομος του δεξιό του χέρι,
 θαύμα μεγάλο έγινε σ’όλοι την οικουμένη.
Κι’οι θάλλασες κι’οι ποταμοί χορεύαν την χαρά τους
κι’πάλιν άπ’του φόβου τους εστράφησαν και φεύγουν.
Κι’ ου ουρανός εσκίστηκε κι’ εβγήκε περιστέρα,
τ’ Άγιο Πνεύμα ήτανε κι’ ήρθε να μαρτυρήση,
πως ο Χριστός  βαπτίζεται σ’ανατολή και Δύση.
Κι’ αν είναι με το θέλημα χρυσή μου περιστέρα,
ανοίξετε την πόρτα Σας να πούμε καλησπέρα.


*Γεωργίου Ι. Δώριζα, «Οι εκκλησίες και τα προσκυνήματα της Τήνου»,
εκδόσεις  «ΤΗΝΟΣ»  Αθήναι  χ.χ. σ. 95-102. Γεώργιος  Ν.  Αμιραλής, φιλολο
γος,  «Τηνιακές  Ανταύγειες», Ιστορία-Λαογραφία, Πανελλήνιον Ιερόν Ίδρυμα 
Ευαγγελιστρίας Τήνου, Αδελφότης τω  Τηνίων έν Αθήναις, Αθήνα 1996, σ.266-
267.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου